Με βήματα αργά, τρέχω. Κάπου πάω. Δε θυμάμαι. Καποιος με κυνηγαει. Δεν τον βλεπω. Οι παλμοί μου, ήχοι δυνατοί. Δεν τους ακούω. Σκοτάδι του νου και των αισθήσεων.
Μάλλον τα έχω ξανά ζήσει όλα τούτα. Πότε και πού? Ήταν ζεστά όμως, το θυμάμαι. Γαλήνια και τρυφερά. Τα μέλη μου ακίνητα. Η φωνή μου άηχη. Και όμως τέτοια θαλπωρή. Όχι, δεν ήταν από τις φλόγες μπροστά στο τζάκι. Άγγιγμα απαλό ήταν η αιτία. Μου έδινε τόσα καλά που πλημμύριζαν τα μέσα μου από ευγνωμοσύνη.
Χάθηκε ξάφνου και σηκώθηκε αντάρα. Άερας δυνατός ξεσήκωσε τους φόβους μου. Άνοιξε τα πανιά τους και δέσμιος περιπλανιέμαι. Φόβος, φόβοι μέσα μου κατοικούν. Πνιγερή η παρουσία τους. Να απαλλαχτώ μπορώ? Τουλάχιστον, να ανακουφιστώ…
Εβελίνα Κοκκίνη